Μια διαδρομή 137 χρόνων στις καρδιές των bon vivant Αθηναίων
Σημείο αναφοράς στην Αθήνα, η Λυκόβρυση αποτελεί εδώ και πολλές δεκαετίες επιλογή των πρωταγωνιστών της καλλιτεχνικής και πολιτικής σκηνής της χώρας.
Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του Διονύση Σαββόπουλου, για στιγμές που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία στο κλασικό αθηναϊκό στέκι: “Ο Γιώργος Κούνδουρος καθόταν επί χρόνια στη Λυκόβρυση με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο, για να έχει την εποπτεία της πλατείας. Κάθε μέρα τρεις η ώρα έστριβε τα μουστάκια και έτρωγε μία μακαρόνια άσπρα, χωρίς σάλτσα. Αφού τον ήξερε ο Αποστόλης, το γκαρσόνι, και μόλις τον έβλεπε του πήγαινε τη μακαρονάδα. Μία φορά άλλαξε, λέει «Μπιφτέκι». Του πάει το μπιφτέκι, περνάει εκείνη τη στιγμή ο κυρ- Γιάννης Τσαρούχης κι αφηρημένος δεν τον είδε. Του λέει ο Γιώργος «Τι έγινε, Γιάννη, δεν μας χαιρετάς τώρα;», και εκείνος ετοιμόλογος: «Με συγχωρείς, δεν σε γνώρισα με το μπιφτέκι!».
Δεν ήταν μόνο ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Γκάτσος και ο Αλέκος Σακελλάριος πιστοί θαμώνες της Λυκόβρυσης. Η καλλιτεχνική και πολιτική ελίτ ήδη από τα 60s έδινε ραντεβού στα τραπέζια της, καθιερώνοντάς τη σε αγαπημένη συνήθεια και σταθερό σημείο συνάντησης.
Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του Διονύση Σαββόπουλου, για στιγμές που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία στο κλασικό αθηναϊκό στέκι: “Ο Γιώργος Κούνδουρος καθόταν επί χρόνια στη Λυκόβρυση με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο, για να έχει την εποπτεία της πλατείας. Κάθε μέρα τρεις η ώρα έστριβε τα μουστάκια και έτρωγε μία μακαρόνια άσπρα, χωρίς σάλτσα. Αφού τον ήξερε ο Αποστόλης, το γκαρσόνι, και μόλις τον έβλεπε του πήγαινε τη μακαρονάδα. Μία φορά άλλαξε, λέει «Μπιφτέκι». Του πάει το μπιφτέκι, περνάει εκείνη τη στιγμή ο κυρ- Γιάννης Τσαρούχης κι αφηρημένος δεν τον είδε. Του λέει ο Γιώργος «Τι έγινε, Γιάννη, δεν μας χαιρετάς τώρα;», και εκείνος ετοιμόλογος: «Με συγχωρείς, δεν σε γνώρισα με το μπιφτέκι!».
Δεν ήταν μόνο ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Νίκος Γκάτσος και ο Αλέκος Σακελλάριος πιστοί θαμώνες της Λυκόβρυσης. Η καλλιτεχνική και πολιτική ελίτ ήδη από τα 60s έδινε ραντεβού στα τραπέζια της, καθιερώνοντάς τη σε αγαπημένη συνήθεια και σταθερό σημείο συνάντησης.
H oνομασία «Λυκόβρυση» και το ταξίδι της στο χρόνο
To ταξίδι στον χρόνο της ονομασίας Λυκόβρυση ξεκινά πολύ πριν από τη δεκαετία του ’60, όταν πρωτοάνοιξε το κατάστημα στο Κολωνάκι. Ήταν στα τέλη του 19ου αιώνα, το 1887, όταν μία ομάδα φίλων, όλοι ευκατάστατοι Αθηναίοι, αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν ένα πρότυπο Γαλακτοκομείο. Την επιχείρησή τους ονόμασαν «Γλυκόβρυση», με το όνομα στο πέρασμα των χρόνων να καθιερώνεται ως «Λυκόβρυση».
Οι εκτάσεις που ανεγέρθηκε το Γαλακτοκομείο ανήκαν στον Δημήτριο Σούτσο, ευκατάστατο αστό και εγγονό του ηγεμόνα της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσου. Ο Σούτσος έβλεπε μπροστά από την εποχή του και θέλησε να εκμεταλλευτεί την επικείμενη ολοκλήρωση του Ζαππείου Μεγάρου το 1888 και την οργάνωση της Δ’ Ζάππειας Ολυμπιάδας, δημιουργώντας το σύγχρονο Γαλακτοκομείο που θα λειτουργούσε σαν σταθμός διανομής γαλακτοκομικών προϊόντων σε όλη την πρωτεύουσα. Το όνομα «Γλυκόβρυση» δεν επιλέχθηκε τυχαία, καθώς έτσι ονομαζόταν μια από τις δύο πολύτιμες πηγές νερού της ευρύτερης περιοχής. Η επιχείρηση, που εγκαταστάθηκε απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο, νοτιανατολικά του Εθνικού Κήπου, δεν άργησε να γράψει την δική της ιστορία επιτυχίας, αποτελώντας ένα γαλακτοκομείο - πρότυπο για την εποχή.
Οι εκτάσεις που ανεγέρθηκε το Γαλακτοκομείο ανήκαν στον Δημήτριο Σούτσο, ευκατάστατο αστό και εγγονό του ηγεμόνα της Μολδαβίας Μιχαήλ Σούτσου. Ο Σούτσος έβλεπε μπροστά από την εποχή του και θέλησε να εκμεταλλευτεί την επικείμενη ολοκλήρωση του Ζαππείου Μεγάρου το 1888 και την οργάνωση της Δ’ Ζάππειας Ολυμπιάδας, δημιουργώντας το σύγχρονο Γαλακτοκομείο που θα λειτουργούσε σαν σταθμός διανομής γαλακτοκομικών προϊόντων σε όλη την πρωτεύουσα. Το όνομα «Γλυκόβρυση» δεν επιλέχθηκε τυχαία, καθώς έτσι ονομαζόταν μια από τις δύο πολύτιμες πηγές νερού της ευρύτερης περιοχής. Η επιχείρηση, που εγκαταστάθηκε απέναντι από το Παναθηναϊκό Στάδιο, νοτιανατολικά του Εθνικού Κήπου, δεν άργησε να γράψει την δική της ιστορία επιτυχίας, αποτελώντας ένα γαλακτοκομείο - πρότυπο για την εποχή.
Σημείο αναφοράς στην κοινωνική ζωή των Αθηναίων
Γενιές και γενιές Αθηναίων απόλαυσαν την φιλοξενία, έπαιξαν, μεγάλωσαν και ερωτεύτηκαν στα χαρακτηριστικά τραπεζάκια της Λυκόβρυσης, όπως καθιερώθηκε το όνομα στα χρονια. Το κατάστημα εξελίχθηκε σε Γαλακτοπωλείον - Ζαχαροπλαστείον, με τον χώρο να ανανεώνεται ριζικά σε ένα εντυπωσιακό καλλιτεχνικό περίπτερο, που σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Ιωάννης Αξελός.
Τη δεκαετία 1930 η Λυκόβρυση μαζί με την Όαση και την Αίγλη ήταν το απόλυτο τρίγωνο της διασκέδασης των Αθηναίων με τον θεατρικό συγγραφέα Δημήτρη Ψαθά να αποκαλεί τα δημοφιλή αυτά κέντρα «διακεκριμένα νυφοπάζαρα της πόλεως»! Λίγα χρόνια μετά, το κλασικό στέκι της Λυκόβρυσης μετονομάστηκαν σε «Πεύκα», φιλοξενώντας θερινά βαριετέ, ενώ το 1965, μετά από περισσότερα από ογδόντα χρόνια σε ρόλο πρωταγωνιστή όχι μόνο στην οικονομική ζωή αλλά και στην ψυχαγωγία της Αθήνας, οι εγκαταστάσεις κατεδαφίστηκαν.
Τη δεκαετία 1930 η Λυκόβρυση μαζί με την Όαση και την Αίγλη ήταν το απόλυτο τρίγωνο της διασκέδασης των Αθηναίων με τον θεατρικό συγγραφέα Δημήτρη Ψαθά να αποκαλεί τα δημοφιλή αυτά κέντρα «διακεκριμένα νυφοπάζαρα της πόλεως»! Λίγα χρόνια μετά, το κλασικό στέκι της Λυκόβρυσης μετονομάστηκαν σε «Πεύκα», φιλοξενώντας θερινά βαριετέ, ενώ το 1965, μετά από περισσότερα από ογδόντα χρόνια σε ρόλο πρωταγωνιστή όχι μόνο στην οικονομική ζωή αλλά και στην ψυχαγωγία της Αθήνας, οι εγκαταστάσεις κατεδαφίστηκαν.